Το τέστ πατρότητας είναι μία εξέταση του γενετικού υλικού που γίνεται προκειμένου να προσδιοριστεί η σχέση ανάμεσα σε δύο άτομα. Στο γενετικό υλικό ή DNA είναι αποθηκευμένες όλες οι πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του ατόμου. Κάθε περιοχή του DNA που ελέγχει κάποιο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό (π.χ το χρώμα των ματιών, των μαλλιών κ.ά) ονομάζεται γονίδιο. Το DNA βρίσκεται στον πυρήνα κάθε κυττάρου, έχει τη μορφή διπλής έλικας και κατά τον πολλαπλασιασμό του κυττάρου παίρνει τη μορφή των χρωμοσωμάτων. Συγκρίνοντας την ακολουθία του DNA ενός ατόμου με εκείνη κάποιου άλλου μπορούμε να δούμε αν ο ένας προήλθε από τον άλλο ή όχι. Σ’ αυτό ακριβώς βασίζεται το τεστ DNA. Το τεστ πατρότητας μπορεί να γίνει είτε πριν, είτε μετά τη γέννηση του παιδιού.
Στην πρώτη περίπτωση αυτό επιτυγχάνεται με τη λήψη τροφοβλάστης ή την αμνιοπαρακέντηση. Η λήψη τροφοβλάστης γίνεται μεταξύ 10ης και 13ης εβδομάδας της κύησης, οπότε μία λεπτή βελόνη εισάγεται από τον κόλπο της εγκύου καθοδηγούμενη υπερηχογραφικά προκειμένου να ληφθεί ιστός από τα τοιχώματα της μήτρας. Η αμνιοπαρακέντηση πραγματοποιείται στο δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, μεταξύ 14ης και 20ης εβδομάδας. Ο γιατρός με τη βοήθεια του υπερηχογραφήματος εισάγει διακοιλιακά μία λεπτή βελόνη στη μήτρα και εξάγει μια μικρή ποσότητα αμνιακού υγρού που εξετάζεται. Και οι δύο παραπάνω μέθοδοι δεν είναι αθώες αφού σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο αποβολής.
Αφού γεννηθεί ένα παιδί ο έλεγχος πατρότητας γίνεται συνήθως με εξέταση είτε δειγμάτων αίματος είτε κυττάρων που λαμβάνονται από το εσωτερικό της παρειάς. Βέβαια είναι δυνατό να ελεγχθεί ακόμα και το σάλιο, τρίχες, υλικό από τα αυτιά κ.ά. Στην εξέταση παίρνουν μέρος το παιδί, η μητέρα και ο υποτιθέμενος πατέρας που δίνουν το ίδιο υλικό, δηλ. και οι τρεις αίμα (κοινή αιμοληψία), ή κύτταρα από το εσωτερικό του στόματος. Η εξέταση αυτή, όπως είναι προφανές, δε συνεπάγεται κάποιους κινδύνους. Οι τεχνικές μοριακής βιολογίας που εφαρμόζονται συνήθως για την ταυτοποίηση και τη σύγκριση τμημάτων DNA αναφέρονται συνοπτικά, αφού η εκτενέστερη παρουσίασή τους ξεφεύγει από τα όρια ενός ενημερωτικού άρθρου γενικότερου ενδιαφέροντος.
Η διαδικασία ξεκινάει πάντοτε με την εξαγωγή του DNA από το δείγμα, ανεξάρτητα από το σημείο ή τον τρόπο που έχει ληφθεί. Στη συνέχεια οι εφαρμοζόμενες τεχνικές ποικίλλουν και εφαρμόζονται είτε μόνες τους, είτε συνδυαζόμενες μεταξύ τους . Η ακρίβεια και η αξιοπιστία των μοριακών μεθόδων είναι τεράστια, με την προϋπόθεση ότι τα εργαστήρια είναι επιστημονικά εξοπλισμένα και το προσωπικό τους είναι άριστα εκπαιδευμένο.
Ενδεικτικά σημειώνεται ότι με τη μέθοδο RFLP , η πιθανότητα εύρεσης λανθασμένου πατέρα υπολογίζεται περίπου σε 1 στα 100 δισεκατομμύρια. Αν αναλογιστούμε ότι ο πληθυσμός του πλανήτη είναι σήμερα 6,7 δισεκατομμύρια κάτοικοι, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε ότι η απόδειξη της πατρότητας είναι πρακτικά απόλυτη. Σε περιπτώσεις που μια μητέρα καταφεύγει στα δικαστήρια για την αναγνώριση ενός παιδιού, ο δικαστής υποχρεώνει τον πιθανό πατέρα να προβεί σε εξέταση DNA, ορίζοντας ειδικό επιστήμονα ως πραγματογνώμονα, ο οποίος θα προβεί στη λήψη των δειγμάτων και θα επιβλέψει τους απαραίτητους εργαστηριακούς ελέγχους.
Τις περισσότερες φορές οι δικαστές ζητούν να γίνει το τεστ σε κρατικά νοσοκομεία, ενώ ενδέχεται να μην αναγνωρίσουν το αποτέλεσμα ιδιωτικών κλινικών ή ιατρείων. Αξίζει να σημειωθεί ότι με την απόφαση 3/2005 του Αρείου Πάγου ‘’όταν ο φερόμενος ως πατέρας αρνείται να υποβληθεί σε εξετάσεις που διατάχθηκαν από το δικαστήριο, από την άρνηση εκείνου τεκμαίρεται αμαχήτως ό,τι ευνοϊκό για τον αντίδικο θα περιείχε η έκθεση των ιατρών αν η πραγματογνωμοσύνη που διατάχθηκε γινόταν κανονικά’’. Δηλαδή ο Άρειος Πάγος, ανεξάρτητα από τα αποδεικτικά μέσα που θα προσκομίσει ο πιθανός πατέρας, αν εκείνος δεν δεχθεί να κάνει τον τεστ DNA, τότε αυτοδικαίως θεωρεί ότι το εξεταζόμενο παιδί είναι δικό του.
Το κόστος της εξέτασης DNA στη χώρα μας κυμαίνεται περίπου από 400-1.000 ευρώ, ενώ γίνεται όχι μόνο σε εργαστήρια γενετικής της Ελλάδας, αλλά του εξωτερικού, μέσω Διαδικτύου, συχνά με μη πιστοποιημένες τεχνικές, μετά από ταχυδρομική αποστολή των υλικών συλλογής των κυττάρων (συνήθως από το εσωτερικό του στόματος) και πληρωμή με πιστωτική κάρτα. Με αντίστοιχο τρόπο γίνονται και τεστ μητρότητας, αν και είναι σπανιότερα, τα οποία βρίσκουν εφαρμογή σε περιπτώσεις σκόπιμης ‘’αλλαγής’’ μωρών σε μαιευτήρια ή ανεύρεσης παιδιών μετά από πολλά χρόνια απομάκρυνσης από τη μητέρα τους.
Σε μεγάλη έρευνα που έγινε πρόσφατα σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης με τη μελέτη χιλιάδων τεστ πατρότητας, απεδείχθη ότι περίπου το 1 στα 25 παιδιά έχει διαφορετικό πατέρα από αυτόν που έχει παντρευτεί η μητέρα τους! Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας κατατέθηκαν το 2007 περισσότερες από 1.000 αιτήσεις αναγνώρισης ή προσβολής πατρότητας. Το μεγαλύτερο μέρος από αυτές έγιναν ενώ το ζευγάρι ήταν παντρεμένο, ενώ μόνο το 10% αφορούσε σε παιδιά εκτός γάμου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες γίνονται κάθε χρόνο 250-300.000 επίσημα τεστ πατρότητας.