Η ανακάλυψη και εν συνεχεία η καθιέρωση του test PAP από τον Γ. Παπανικολάου, ως μέθοδος μαζικού προληπτικού ελέγχου για την πρόληψη της εμφάνισης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας από τις αρχές της δεκαετίας του ’50, είχε ως αποτέλεσμα την σημαντική μείωση της θνησιμότητας από τη νόσο αυτή στις ανεπτυγμένες χώρες. Η μείωση αυτή ήταν μεγαλύτερη σε χώρες που μέσω Εθνικών Συστημάτων Υγείας καλύπτουν με test PAP ποσοστά γυναικών μεγαλύτερα του 60- 70% (Σκανδιναβικές χώρες, Αγγλία κ.α).
Η μέθοδος ήταν εύκολη στην εφαρμογή, μη επεμβατική, με ικανοποιητικά ποσοστά ευαισθησίας και ειδικότητας και τέλος χαμηλού κόστους. Η αρχική συσχέτιση ορισμένων τύπων του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) με την καρκινογένεση στον τράχηλο της μήτρας από τον Harald zur Hausen τη δεκαετία του ’70 και εν’ συνεχεία η πιστοποίηση της αιτιολογικής συσχέτισης της μόλυνσης του επιθηλίου από τον HPV και της ανάπτυξης προκαρκινικών αλλοιώσεων και καρκίνου στο όργανο αυτό, άνοιξε νέες προοπτικές στη δυνατότητα εντοπισμού και κατά συνέπεια πρόληψης των γυναικών που βρίσκονται σε κίνδυνο εμφάνισης αυτών των αλλοιώσεων.
Η πιστοποίηση της μοριακής δομής και του γονιδιώματος των πολλαπλών τύπων του ιού, η διάκριση αυτών με την ογκολογική ή μη δυνατότητά τους, καθώς και η αποσαφήνιση του τρόπου δράσης του ιού στα κύτταρα, κατέστησαν δυνατή την ανάπτυξη μοριακών τεχνικών (HPV DNA test, HPV mRNA test, κ.α) με τις οποίες είναι δυνατόν πλέον, να διαπιστώσουμε αν μια γυναίκα έχει μολυνθεί και από ποια συγκεκριμένα στελέχη του ιού, αν ο ιός έχει ενσωματωθεί στα κύτταρα του επιθηλίου ή όχι, καθώς και τη δυνατότητα ανοσολογικής απάντησης του οργανισμού.
Και οι δύο ως άνω μέθοδοι, του test PAP και του HPV testing, που εφαρμόζονται σήμερα, ανήκουν στη δευτερογενή πρόληψη, δηλαδή στη διαπίστωση της μορφολογικής αλλοίωσης και την ανακάλυψη και τη διερεύνηση της βαρύτητας της λοίμωξης από τον ιό, των κυττάρων του επιθηλίου του τραχήλου. Ο δευτερογενής έλεγχος του τραχήλου συμπληρώνεται από την κολποσκόπηση, την βιοψία και τις συμπληρωματικές μοριακές τεχνικές βάσει των οποίων θα αποφασισθεί η παρακολούθηση και ο τρόπος θεραπείας της συγκεκριμένης ασθενούς.
Η επιστημονική συζήτηση και οι οικονομοτεχνικές μελέτες σήμερα αφορούν το αν ο βασικός δευτερογενής προληπτικός έλεγχος θα γίνεται με το test PAP ή το HPV DNA test ή και τα δύο μαζί. Εκείνο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι η εφαρμογή του test PAP μείωσε τη θνησιμότητα από τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, αλλά παρ’ όλα αυτά σήμερα παγκοσμίως εξακολουθεί η νόσος αυτή να είναι η 3η σε συχνότητα και η 4η σε θνησιμότητα αιτία θανάτου των γυναικών από καρκίνο. Βασική αιτία του γεγονότος αυτού είναι το χαμηλό ποσοστό γυναικών που υποβάλλονται στην εξέταση αυτή.
Αυτό που έχει σημασία επομένως είναι ότι και οι δύο μέθοδοι για να έχουν αποτέλεσμα στη δημόσια υγεία θα πρέπει να καλύπτουν ένα ποσοστό γυναικών μεγαλύτερο του 70%. Ένα άλλο γεγονός που τα τελευταία χρόνια άρχισε να αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος από την HPV λοίμωξη, είναι ότι εκτός από τον τράχηλο της μήτρας, τον κόλπο και το αιδοίο, αυτή αφορά τον πρωκτό και τη στοματο-λαρυγγο- φαρυγγική περιοχή και στα δύο φύλα καθώς και το πέος στον άνδρα.
Έτσι, οι σχετιζόμενοι με HPV λοίμωξη καρκίνοι ανέρχονται στο 98-100% στον τράχηλο της μήτρας, στο 40% στο αιδοίο, στο 70% στον κόλπο, σε >80% στον πρωκτό, σε 28% στη στοματοφαρυγγική περιοχή, στο 21% στο λάρυγγα και στο 16% στη στοματική κοιλότητα και στα δύο φύλα καθώς και στο 47% στο πέος. Επίσης, σε ποσοστά που κυμαίνονται από 70-75% για τον τράχηλο της μήτρας και από 80-95% για τις εντοπίσεις σε άλλα όργανα και στα δύο φύλα, η λοίμωξη αφορά τα στελέχη 16 και 18 του ιού. Όπως γίνεται αντιληπτό, η δευτερογενής πρόληψη που αποβλέπει στην έγκαιρη διάγνωση της ήδη εγκατεστημένης βλάβης των επιθηλίων ή της λοίμωξης από τον HPV καθώς και την παρακολούθηση και θεραπεία των ασθενών, αφορά πλέον σημαντικό ποσοστό γυναικών και ανδρών, που εμφανίζουν αλλοιώσεις σε διάφορα όργανα και καλούνται να εμπλακούν στην αντιμετώπιση τους ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων.
Αυτό έχει ως συνέπεια αφ’ ενός τις πιθανές επιπλοκές από την εφαρμοζόμενη θεραπεία (π.χ πρόωροι τοκετοί και αυξημένη περιγεννητική νοσηρότητα μετά από αφαιρετική μέθοδο θεραπείας στον τράχηλο της μήτρας) και αφ’ ετέρου την οικονομική και ψυχολογική επιβάρυνση που αφορά τις ασθενείς και την οικονομική και οργανωτική επιβάρυνση που αφορά στη δημόσια υγεία.
Επομένως η ιδεώδης αντιμετώπιση του προβλήματος θα ήταν η πρωτογενής πρόληψη, που είναι ο εμβολιασμός, με σκοπό την αποφυγή της λοίμωξης από τον ιό και κατά συνέπεια και την αποφυγή της δημιουργίας και εγκατάστασης βλάβης του επιθηλίου του προσβεβλημένου οργάνου. Η πιστοποίηση της λοίμωξης από τον HPV ως γενεσιουργού παράγοντα στην καρκινογένεση αρχικά του τραχήλου της μήτρας και η γνώση που αποκτήθηκε από την διερεύνηση της δομής και της λειτουργίας του ιού, κατέστησαν δυνατή την παρασκευή εμβολίων έναντι των στελεχών 16,18,6,11 και την σταδιακή εφαρμογή του από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Παρ’ όλες τις αρχικές επιφυλάξεις, τις αντιδράσεις και τους φόβους για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων, η εφαρμογή του εμβολιασμού με περισσότερες από 150.000.000 δόσεις παγκοσμίως μέχρι σήμερα, το καθιέρωσαν ως ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο, το πρώτο που παρασκευάστηκε και εφαρμόστηκε για την πρόληψη του καρκίνου στο ανθρώπινο είδος.
Όλοι οι οργανισμοί σε παγκόσμια κλίμακα που είναι επιφορτισμένοι με την προάσπιση της δημόσιας υγείας και την ασφαλή χορήγηση φαρμάκων και εμβολίων (WHO, FDA, EMA, κ.α) συνιστούν το εμβόλιο έναντι του ιού HPV ως ένα αποτελεσματικό και χωρίς επιπλοκές εμβόλιο για την εξάλειψη της HPV καρκινογένεσης. Από αρκετές σημαντικές και αξιόπιστες μελέτες από διάφορες χώρες (Αυστραλία, Σκανδιναβία κ.α) έγινε εμφανές ότι α) τα καλύτερα ποσοστά αποδοχής του εμβολιασμού παρατηρούνται όταν αυτός εφαρμόζεται στην παιδική – εφηβική ηλικία και μάλιστα μέσω των σχολικών εμβολιασμών, β) ο εμβολιασμός των κοριτσιών στις ως άνω ηλικίες μείωσε σημαντικά τα ποσοστά λοίμωξης από τον ιό, γ) ο εμβολιασμός γενικά έδειξε ότι άρχισε να μειώνεται το ποσοστό CIN 2+ περιστατικών και τελικά δ) άρχισε να εφαρμόζεται και ο εμβολιασμός των αγοριών σε μερικές χώρες με εθνικά συστήματα υγείας. Επιπρόσθετα ήδη γίνονται έρευνες για παρασκευή εμβολίων έναντι περισσοτέρων τύπων του ιού.
Ο εμβολιασμός λοιπόν έναντι του ιού του HPV είναι ο μόνος τρόπος ασφαλούς προφύλαξης από την λοίμωξη και την καρκινογένεση. Πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι για να πετύχει και να έχει τα ευεργετικά αποτελέσματα που πρέπει, είναι απαραίτητο να καλύψει ποσοστό εφαρμογής >70% τόσο στις γυναίκες όσο και στα αγόρια.