Ο καρκίνος του θυρεοειδούς αποτελεί μια νόσο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον σήμερα καθώς παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης στον πληθυσμό και μάλιστα σε όλες τις ηλικίες.
Η ετήσια συχνότητα του καρκίνου του θυρεοειδούς υπολογίζεται σε 14,3/100.000 άτομα και η ετήσια επίπτωση σε 0.5-10/100.000 άτομα, ανάλογα με την γεωγραφική περιοχή. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν επιδημιολογικά στοιχεία που προέρχονται από τις ΗΠΑ, το 2016 σημειώθηκαν 1,980 θάνατοι από καρκίνο θυρεοειδούς και διαγνώσθηκαν 64,300 νέα περιστατικά έναντι 37,200 νέων περιστατικών που καταγράφηκαν το 2014. Σημαντική θεωρείται η πρόβλεψη ότι μέχρι το 2019, ο καρκίνος του θυρεοειδούς θα είναι ο τρίτος σε σειρά συχνότητας καρκίνος στις γυναίκες και αυτό μεταφράζεται σε κόστος που εκτιμάται σε 19-21 δισ. δολάρια, στις ΗΠΑ. Η αυξημένη συχνότητα του καρκίνου του θυρεοειδούς εξηγείται από την επίδραση περιβαλλοντικών παραγόντων που δεν έχουν πλήρως διαλευκανθεί καθώς επίσης και από την βελτίωση των μεθόδων διάγνωσης.
Με βάση το είδος των κυττάρων από όπου προέρχεται, ο καρκίνος του θυρεοειδούς διακρίνεται σε:
1. διαφοροποιημένο, που είναι ο πιο συχνός τύπος (θηλώδες-85%, θυλακιώδες-12%, Hurthle)
2. αδιαφοροποίητο ή αναπλαστικό καρκίνωμα , που είναι επιθετικό (3%),
3. μυελοειδές καρκίνωμα (1-2%), που μπορεί να εμφανιστεί είτε σποραδικά είτε να έχει γενετική βάση, μόνο του ή σε συνδυασμό με άλλα ενδοκρινικά νοσήματα (οικογενές μυελοειδές, σύνδρομο πολλαπλής ενδοκρινικής νεοπλασίας ΜΕΝ2Α, ΜΕΝ2Β) ,
4. μεταστατικό στον θυρεοειδή από άλλα όργανα (π.χ. μετάσταση από καρκίνο μαστού, πνευμόνων, νεφρού),
5. σπάνιο πρωτοπαθές (π.χ. λέμφωμα, σάρκωμα)
2. Ποια είναι τα συμπτώματα τα οποία θα πρέπει να μας ανησυχήσουν; Υπάρχει διαδικασία προληπτικής ιατρικής;
Ο καρκίνος θυρεοειδούς δεν έχει ειδικά συμπτώματα και στην πλειονότητα των περιπτώσεων ανακαλύπτεται τυχαία είτε από τον ίδιο τον ασθενή που ψηλαφά μια διόγκωση στον τράχηλο είτε από τον ιατρό στην ψηλάφηση ή στο υπερηχογράφημα τραχήλου (θυρεοειδούς, καρωτίδων).
‘Ύποπτα συμπτώματα θεωρούνται η μη επώδυνη διόγκωση στην περιοχή του θυρεοειδούς και ιδιαίτερα όταν αυξάνεται σε μέγεθος, οι μη επώδυνοι ψηλαφητοί τραχηλικοί λεμφαδένες, το «αίσθημα» ξένου σώματος στον λαιμό, ο βήχας, το βράγχος φωνής και η δυσκολία στην αναπνοή και/ή την κατάποση.
Στον καρκίνο του θυρεοειδούς δεν υπάρχει σαφές πρόγραμμα πρόληψης. Ωστόσο, η ψηλάφηση του θυρεοειδούς θα πρέπει να γίνεται πάντα από τον θεράποντα ιατρό, ώστε να αναγνωριστούν τα άτομα που θα πρέπει να υποβληθούν σε περαιτέρω έλεγχο. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δίδεται σε άτομα με παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του θυρεοειδούς, ώστε να εξασφαλίζεται η έγκαιρη αναγνώριση. Μόνο στην περίπτωση του μυελοειδούς καρκίνου, η αναζήτηση μεταλλάξεων στο ογκογονίδιο RET, αναγνωρίζει τα άτομα που θα εμφανίσουν μυελοειδές καρκίνωμα, στα οποία συστήνεται προληπτική θυρεοιδεκτομή.
3. Έχουν ανακαλυφθεί κάποιοι παράγοντες οι οποίοι αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης;
Παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης του καρκίνου θυρεοειδούς (παράγοντες κινδύνου) θεωρούνται :
1. η ηλικία (μεγαλύτερη επίπτωση σε άτομα ηλικίας 25-65 ετών
2.το φύλο (μεγαλύτερη επίπτωση στις γυναίκες)
3. το ιστορικό έκθεσης σε ακτινοβολία κεφαλής-τραχήλου στην παιδική ηλικία ή έκθεσης σε ραδιενέργεια (ο καρκίνος εμφανίζεται ακόμη και 5 έτη μετά την έκθεση)
4. η παρουσία βρογχοκήλης (διόγκωση του θυρεοειδούς) ιδιαίτερα όταν συνυπάρχει αυτοάνοση φλεγμονή του θυρεοειδούς (αυτοάνοση θυρεοειδίτις ή θυρεοειδίτις Hashimoto) 5. το θετικό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου θυρεοειδούς ή άλλων γενετικών συνδρόμων (οικογενές μυελοειδές καρκίνωμα θυρεοειδούς, σύνδρομο πολλαπλής ενδοκρινικής νεοπλασίας –ΜΕΝ 2Α ή ΜΕΝ 2Β)
4. Ποια είναι η διαδικασία διάγνωσης;
Το σύνηθες εύρημα του καρκίνου του θυρεοειδούς είναι ένας ή πολλαπλοί όζοι στο υπερηχογράφημα θυρεοειδούς. Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει σαφές ότι η πλειονότητα των όζων είναι καλοήθεις και μόνο ένα ποσοστό 7-15% είναι κακοήθεις. Στοιχεία ύποπτα για κακοήθεια στο υπερηχογράφημα θυρεοειδούς είναι οι μικροαποτιτανώσεις, η αυξημένη κεντρική αιμάτωση, τα ανώμαλα όρια, το σχήμα, οι ύποπτοι τραχηλικοί λεμφαδένες. Η ελαστογραφία του θυρεοειδούς είναι μια νέα μέθοδος υπερηχογραφικής απεικόνησης που δίνει στοιχεία για την ελαστικότητα/σκληρότητα των όζων και συχνά χρησιμοποιείται προκειμένου να ληφθούν περισσότερες πληροφορίες για την υφή των όζων. Σε περίπτωση που τίθεται υποψία κακοήθειας, συστήνεται διαδερμική παρακέντηση του ή των όζων με λεπτή βελόνα είτε απευθείας είτε κατευθυνόμενη υπερηχογραφικά και κυτταρολογική εκτίμηση του υλικού σύμφωνα με το σύστημα Bethesda (Ι=Μη διαγνωστική, II=καλοήθης, III=ατυπία ακαθόριστης σημασίας, IV= Θυλακιώδες νεόπλασμα,V. Υποψία κακοήθειας, VΙ=κακοήθεια). Παράλληλα, στον ασθενή συστήνεται μέτρηση της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) και των θυρεοειδικών αντισωμάτων για την διερεύνηση πιθανής λειτουργικής διαταραχής του θυρεοειδούς και της καλσιτονίνης ορού που είναι δείκτης του μυελοειδούς καρκινώματος. Η θυρεοσφαιρίνη δεν αποτελεί δείκτη καρκίνου του θυρεοειδούς, αφού επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες και δεν θα πρέπει να εκτιμάται.
5. Ο συγκεκριμένος καρκίνος έχει κάποια στάδια;
Ανάλογα με το μέγεθος, την εντόπιση, και την διηθητική δραστηριότητα ο διαφοροποιημένος καρκίνος του θυρεοειδούς σταδιοποιείται ως: Στάδιο Ι (εντόπιση στον θυρεοειδή αδένα), Στάδιο ΙΙ (μακρινές μεταστάσεις σε ασθενείς <45 ετών, ή μέγεθος 2-4εκ και εντόπιση στον θυρεοειδή σε ασθενείς >45ετών), Στάδιο ΙΙΙ (μέγεθος>4εκ, εντός θυρεοειδούς, ή με μικρή εξωθυρεοειδική εντόπιση, ή διήθηση τραχηλικών λεμφαδένων), Στάδιο IV (>45 ετών, διήθηση κάψας, πέριξ ιστών, λεμφαδένων, μακρινές μεταστάσεις). ‘Οσον αφορά το μυλεοειδές καρκίνωμα η σταδιοποίηση περιλαμβάνει: Στάδιο Ι (<2εκ), στάδιο ΙΙ (2-4εκ, χωρίς μεταστάσεις , ή >4εκ με μικρή εξωθυρεοειδική επέκταση), στάδιο ΙΙΙ (οποιοδήποτε μέγεθος, μεταστάσεις στους λεμφαδένες), στάδιο IV (τοπικές ή μακρινές μεταστάσεις). Με βάση την σταδιοποίηση οι ασθενείς χαρακτηρίζονται ως χαμηλού, μετρίου ή υψηλού κινδύνου και ανάλογα επιλέγεται η περαιτέρω θεραπευτική αντιμετώπιση και καθορίζεται η πρόγνωση .
6. Ποιες είναι οι βασικές θεραπευτικές επιλογές και ποιες οι τελευταίες εξελίξεις σε αυτό τον τομέα;
Βασική σύσταση είναι η χειρουργική αντιμετώπιση η οποία πρέπει να εξατομικεύεται ανάλογα με το στάδιο της νόσου. Οι χαμηλού κινδύνου ασθενείς αντιμετωπίζονται με λοβεκτομή (αφαίρεση του σύστοιχου λοβού του θυρεοειδούς) ενώ οι μετρίου και υψηλού κινδύνου αντιμετωπίζονται με σχεδόν ολική ή ολική θυρεοειδεκτομή και συνοδό αφαίρεση των διηθημένων λεμφαδένων ή προληπτικά των λεμφαδένων του κεντρικού διαμερίσματος.
Ακολουθεί διαγνωστικό σπινθηρογράφημα με ραδιενεργό ιώδιο (Ι131) για την εκτίμηση του θυρεοειδικού υπολείμματος. Στους ασθενείς μετρίου και υψηλού κινδύνου, χορηγείται θεραπευτική δόση Ι131 η οποία εξατομικεύεται με βάση το υπόλειμμα και το στάδιο της νόσου. Βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της διαγνωστικής φάσης όσο και για την αποτελεσματικότητα της θεραπευτικής φάσης είναι ο ασθενής να είναι υποθυρεοειδικός, που σημαίνει αυξημένη νοσηρότητα, ψυχολογική επιβάρυνση, κακή ποιότητα ζωής και εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους σε ασθενείς με γνωστά προβλήματα υγείας, στους οποίους συχνά αντενδείκνυται.
Τεράστια βοήθεια στην αντιμετώπιση της νόσου έδωσε η δυνατότητα χορήγησης ανασυνδυασμένης ανθρώπινης TSH (Thyrogen), που επιτρέπει τα διαγνωστικά και θεραπευτικά βήματα χωρίς να βιώνει ο ασθενής την φάση του υποθυρεοειδισμού και τις συνέπειές της, δημιουργεί συνθήκες ελεύθερης επιλογής του χρόνου της θεραπείας και μειώνει την παραμονή στον θάλαμο νοσηλείας αφού αυξάνει την απέκκριση του Ι131. Στη συνέχεια, ο ασθενής λαμβάνει αγωγή με θυροξίνη σε δόση αναστολής και παρακολουθείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα με μέτρηση της θυρεοσφαιρίνης που είναι δείκτης της δραστηριότητας της νόσου και υπερηχογράφημα θυρεοειδούς και όταν κρίνεται απαραίτητο μακράν αγωγής ή με περισσότερη ευκολία και ασφάλεια με την χορήγηση του Thyrogen. Σε ασθενείς με μεταστατική νόσο που δεν προσλαμβάνουν ιώδιο, οι νεότερες στοχευμένες θεραπείες άνοιξαν νέους ορίζοντες στην αντιμετώπιση.
Στους ασθενείς με μυελοειδές καρκίνωμα θυρεοειδούς συστήνεται ολική θυρεοειδεκτομή, λεμφαδενικός καθαρισμός, παρακολούθηση της καλσιτονίνης και γονιδιακός έλεγχος των υπολοίπων μελών της οικογένειας. Στην περίπτωση του αδιαφοροποίητου καρκίνου του θυρεοειδούς που έχει κακή πρόγνωση, συστήνεται ολική θυρεοειδεκτομή με συνοδό παρηγορητική εξωτερική ακτινοβολία και χημειοθεραπεία.