Οι πνεύμονες είναι δύο όργανα που μοιάζουν με σφουγγάρια και βρίσκονται εντός της θωρακικής κοιλότητας. Ο δεξιός πνεύμονας χωρίζεται σε 3 τμήματα που ονομάζονται λοβοί, ενώ ο αριστερός πνεύμονας έχει 2 λοβούς. Όταν εισπνέετε, ο αέρας περνάει από το στόμα και φτάνει στους πνεύμονες μέσω της τραχείας. Η τραχεία χωρίζεται σε σωλήνες που λέγονται βρόγχοι, οι οποίοι με τη σειρά τους χωρίζονται σε κλάδους που λέγονται βρογχιόλια και καταλήγουν σε μικροσκοπικούς σάκους που ονομάζονται κυψελίδες. Πολλά μικρά αγγεία έρχονται σε επαφή με τις κυψελίδες και απορροφούν από αυτές το οξυγόνο του εισπνεόμενου αέρα ενώ ταυτόχρονα αποδίδουν προς αυτές το διοξείδιο του άνθρακα που έχει σχηματιστεί στο σώμα. Αυτό το τελευταίο αποβάλλεται στο περιβάλλον με την εκπνοή. Ανάμεσα στους δύο πνεύμονες βρίσκετε το μεσοθωράκιο, μέρος του οποίου είναι η καρδιά, ο οισοφάγος και τα μεγάλα αγγεία. Επίσης στο μεσοθωράκιο βρίσκονται οι λεμφαδένες που παροχετεύουν τη λέμφο από τους πνεύμονες.
Ανάπτυξη του καρκίνου του πνεύμονα Ο καρκίνος του πνεύμονα μπορεί να ξεκινήσει από τα κύτταρα των βρόγχων, των βρογχιολίων ή των κυψελίδων. Στα γονίδια των κυττάρων αυτών δημιουργούνται μεταλλάξεις (π.χ. υπό την επίδραση ουσιών που περιέχει ο καπνός) που έχουν σαν αποτέλεσμα τα κύτταρα να πολλαπλασιάζονται με γρηγορότερο ρυθμό. Στην αρχή εμφανίζονται περιοχές με προκαρκινικές αλλοιώσεις οι οποίες δεν είναι ακόμη εμφανείς στην ακτινογραφία και δεν προκαλούν συμπτώματα. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι αλλοιώσεις αυτές μπορεί να μεταλλαχθούν σε καρκίνο. Τότε αποκτούν την ικανότητα να δημιουργούν νέα αγγεία τα οποία τρέφουν τον όγκο, ο οποίος μεγαλώνει αρκετά ώστε να είναι εμφανείς σε απεικονιστικές εξετάσεις όπως η ακτινογραφία και η αξονική θώρακος. Σε κάποιο σημείο της εξέλιξης της νόσου τα καρκινικά κύτταρα μπορεί να αποκτήσουν την ικανότητα να διαφεύγουν από την πρωτοπαθή εστία και να μεταναστεύουν είτε στους λεμφαδένες είτε σε άλλα όργανα του σώματος (μεταστάσεις).
Επιδημιολογικά Στοιχεία Ο καρκίνος του πνεύμονα είναι ο δεύτερος σε συχνότητα εμφάνισης καρκίνος τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Ο μέσος όρος ηλικίας κατά τη διάγνωση είναι περίπου 71. Στο σύνολο του πληθυσμού, η πιθανότητα ενός ατόμου να αναπτύξει καρκίνο του πνεύμονα στη διάρκεια της ζωής του είναι περίπου 1 στις 15. Ωστόσο, για τους καπνιστές ο κίνδυνος είναι πολύ υψηλότερος, ενώ για τους μη καπνιστές ο κίνδυνος είναι χαμηλότερος. Τα ποσοστά εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα ανάμεσα στους άνδρες μειώνονται σταθερά εδώ και πολλά χρόνια, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά στις γυναίκες μόλις πρόσφατα άρχισαν να ελαττώνονται μετά από μια μεγάλη περίοδο συνεχούς αύξησης.
Αιτιολογικοί παράγοντες Το κάπνισμα ή η έκθεση στον καπνό με οποιαδήποτε μορφή, είναι ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου του πνεύμονα. Οι μη καπνιστές που αναπνέουν τον καπνό άλλων (παθητικοί καπνιστές) διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της ασθένειας. Εάν κάποιος καπνίζει, μπορείτε να μειώσει τον κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου του πνεύμονα με τη διακοπή του καπνίσματος. Εάν κάποιος έχει διαγνωσθεί με καρκίνο του πνεύμονα και υποβάλλεται σε ογκολογική θεραπεία, η έρευνα έχει δείξει ότι η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Αν και το κάπνισμα είναι ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου, ένας στους πέντε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα δεν έχει καπνίσει ποτέ. Άλλοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την έκθεση στον αμίαντο και το ραδόνιο, αν και σε ορισμένους ασθενείς δεν υπάρχει καμία γνωστή αιτία που να προκάλεσε τον καρκίνο του πνεύμονα.
Συμπτώματα & Διάγνωση Τα κυριότερα συμπτώματα από τον καρκίνο του πνεύμονα είναι τα εξής:
- Συνεχιζόμενος βήχας ή αλλαγή προϋπάρχοντος χρόνιου βήχα
- Λοίμωξη του πνεύμονα που δεν περνάει ή υποτροπιάζει συχνά
- Αποβολή αίματος με τα πτύελα Βράχνιασμα της φωνής που δεν περνάει
- Λαχάνιασμα και αναπνευστικός συριγμός Πόνος του θώρακα κατά το βήχα ή τη βαθιά εισπνοή
- Απώλεια όρεξης και βάρους Δυσκολία στην κατάποση
- Μεγάλη κόπωση και υπνηλία Σ
υνήθως η διάγνωση γίνεται στα πλαίσια της διερεύνησης κάποιων από τα παραπάνω συμπτώματα. Η πρώτη εξέταση που γίνεται είναι συνήθως μιαακτινογραφία θώρακος, στην οποία μπορεί να φαίνεται ο καρκίνος του πνεύμονα. Ακολούθως, πραγματοποιείται αξονική τομογραφία θώρακος(CT) για τον ακριβή καθορισμό της θέσης του όγκου και την εκτίμηση των λεμφαδένων του μεσοθωρακίου. Στη συνέχεια, είναι απαραίτητη η λήψη βιοψίας από τον καρκίνο ή και από τυχόν ύποπτους λεμφαδένες, αφού ο ιστολογικός τύπος του όγκου σε συνδυασμό με την έκταση της νόσου θα καθορίσουν το είδος της θεραπείας.
Η βιοψία γίνεται συνήθως μεβρογχοσκόπηση και ορισμένες φορές, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, μπορεί να γίνει με διαδερμική παρακέντηση της μάζας υπό απεικονιστική καθοδήγηση με CT. Τέλος, σε κάποιες περιπτώσεις η ταυτοποίηση του όγκου μπορεί να γίνει μεκυτταρολογική εξέταση των πτυέλων του ασθενούς.
Άλλες διαγνωστικές εξετάσεις που μπορεί να γίνουν είναι: CT κοιλίας και εγκεφάλου, σπινθηρογράφημα οστών, PET–CT, και ενδοσκοπικό υπερηχογράφημα (EUS).
Τύποι καρκίνου του πνεύμονα Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι καρκίνου του πνεύμονα
1) Μη Μικροκυτταρικός Καρκίνος Πνεύμονα (ΜΜΚΠ): αντιστοιχεί στο 85% έως 90% των περιπτώσεων και χωρίζεται σε 3 υπο-τύπους, οι οποίοι παρουσιάζουν διαφορές στην εμφάνιση των κυττάρων τους στο μικροσκόπιο, αλλά ανήκουν στην ίδια ομάδα γιατί η θεραπεία και η πρόγνωσή τους είναι παρόμοια. Αδενοκαρκίνωμα: αντιστοιχεί στο 40% περίπου των περιπτώσεων και αν και εμφανίζεται κατά κύριο λόγω σε άτομα με ιστορικό καπνίσματος, ωστόσο είναι ο πιο συχνός καρκίνος πνεύμονα σε μη καπνιστές. Αφορά πιο συχνά σε γυναίκες και σε σχετικά νεότερα άτομα. Πλακώδες καρκίνωμα: αντιστοιχεί στο 30% περίπου των περιπτώσεων και σχετίζεται με ιστορικό καπνίσματος. Συνήθως εντοπίζεται κεντρικά στους πνεύμονες, κοντά στους βρόγχους. Καρκίνωμα από μεγάλα κύτταρα: αντιστοιχεί στο 15% περίπου των περιπτώσεων. Μία υποομάδα του, που ονομάζεται μεγαλοκυτταρικό νευροενδοκρινικό καρκίνωμα, μοιάζει πολύ με το μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα.
2) Μικροκυτταρικός Καρκίνος Πνεύμονα (ΜΚΠ): αντιστοιχεί στο 15% περίπου των περιπτώσεων και ονομάζεται έτσι λόγω του μικρού μεγέθους που έχουν τα κύτταρά του στο μικροσκόπιο. Είναι πολύ σπάνιο να εμφανιστεί σε μη καπνιστές. Συνήθως, έχει την τάση για γρήγορη ανάπτυξη και πρώιμη εμφάνιση μεταστάσεων. Παρόλα αυτά, συνήθως παρουσιάζει ταχεία ανταπόκριση στη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία.
Θεραπεία / Ακτινοθεραπεία Θεραπεία Η θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα περιλαμβάνει τη χειρουργική αφαίρεση, την ακτινοθεραπεία και τη χημειοθεραπεία καθώς και το συνδυασμό των παραπάνω θεραπειών. Ακτινοθεραπεία Στις περιπτώσεις μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα αρχικού σταδίου, η πρώτη θεραπευτική επιλογή είναι συνήθως η χειρουργική αφαίρεση του όγκου. Αν για λόγους υγείας ο ασθενής δεν μπορεί να υποβληθεί σε χειρουργείο τότε η ακτινοθεραπεία, και ιδιαίτερα η τεχνική που ονομάζεται στερεοτακτική εξωκρανιακή ακτινοθεραπεία, μπορεί να προσφέρει πολύ καλά αποτελέσματα που φτάνουν σε τοπικό έλεγχο της νόσου μέχρι και στο 90% των περιπτώσεων
Για μεγαλύτερους, πιο επιθετικούς όγκους (ΜΜΚΠ) που είναι ανεγχείρητοι η κύρια θεραπεία είναι η ακτινοθεραπεία σε συνδυασμό συχνά με χημειοθεραπεία. Η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται ταυτόχρονα με την ακτινοθεραπεία, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χορηγηθεί πριν από αυτή. Η ακτινοθεραπεία έχει, επίσης, ένδειξη μετά από χειρουργείο όταν δεν έχει γίνει πλήρης αφαίρεση του όγκου ή όταν αυτός υποτροπιάσει. Στην περίπτωση του μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα η ακτινοθεραπεία έχει ένδειξη μετά το τέλος της χημειοθεραπείας, κυρίως στο περιορισμένο στάδιο της νόσου, ενώ έχει θέση και η προφυλακτική ακτινοβόληση του εγκεφάλου στους περισσότερους ασθενείς.
Στην εξωτερική ακτινοθεραπεία χρησιμοποιούνται ακτίνες Χ (φωτόνια) υψηλής ενέργειας για τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα. Οι ακτίνες παράγονται από ένα μηχάνημα το οποίο ονομάζεται γραμμικός επιταχυντής και βρίσκεται σε απόσταση από το σώμα του ασθενή. Η τρισδιάστατη σύμμορφος ακτινοθεραπεία (Three Dimensional Conformal Radiotherapy – 3D–CRT) είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη τεχνική εξωτερικής ακτινοθεραπείας, ενώ η ακτινοθεραπεία διαμορφούμενης έντασης (Intensity ModulatedRadiotherapy – IMRT), μια βελτιωμένη εκδοχή της 3D-CRT που επικεντρώνει τη δόση στο στόχο αποφεύγοντας του φυσιολογικούς ιστούς, κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια.
Η εφαρμογή της IMRT έκανε απαραίτητη τη χρησιμοποίηση ολοένα πιο σύγχρονων και μεγαλύτερης ακρίβειας συστημάτων απεικόνισης του ακτινοβολούμενου στόχου πριν από την εκάστοτε συνεδρία ακτινοθεραπείας (Ακτινοθεραπεία υπό απεικονιστική καθοδήγηση – Image GuidedRadiotherapy – IGRT). Επίσης, στην περίπτωση του καρκίνου του πνεύμονα η κίνηση του όγκου με την αναπνοή κάνει συχνά απαραίτητη τη χρήση τεχνικών με βάση τις οποίες μπορούμε να καθορίσουμε το εύρος της κίνησης αυτής και να προσαρμόσουμε ανάλογα το πλάνο της ακτινοθεραπείας (4D–CT). Είναι σημαντικό η λήψη της θεραπευτικής απόφασης να λαμβάνεται μετά από ενημέρωση του ασθενούς για τις θεραπευτικές επιλογές και τις πιθανές επιπλοκές ή τοξικότητες που τις συνοδεύουν.
Οι σύγχρονες τεχνικές ακτινοθεραπείας έχουν πετύχει να μειώσουν τις παρενέργειες από τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα. Η επικέντρωση των υψηλών δόσεων στο στόχο με τη μεγαλύτερη δυνατή αποφυγή των φυσιολογικών οργάνων, χάριν στην IMRT και τη στερεοτακτική ακτινοθεραπεία, αλλά και η ασφάλεια ότι οι δόσεις αυτές πετυχαίνουν με απόλυτη ακρίβεια το στόχο αυτό, χάριν στην IGRT και τη 4D-CT, έχουν καταστήσει την ακτινοθεραπεία ως μια εξαιρετικά ασφαλή μέθοδο θεραπείας του καρκίνου του πνεύμονα.
΄Ετσι, σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να χορηγήσουμε τις υψηλές δόσεις ακτινοβολίας, που είναι απαραίτητες για την αύξηση του θεραπευτικού αποτελέσματος, διατηρώντας τις παρενέργειες σε χαμηλά επίπεδα. Η ακτινοθεραπεία είναι μια αναίμακτη θεραπεία, της οποία οι παρενέργειες σχετίζονται με τις περιοχές του θώρακα που ακτινοβολούνται. Έτσι, σε μικρούς περιφερειακούς όγκους δεν περιμένουμε ιδιαίτερες παρενέργειες, ενώ σε μεγάλους όγκους και περιπτώσεις ακτινοβόλησης του μεσοθωρακίου λόγω λεμφαδενοπάθειας μπορεί να εμφανιστεί πνευμονίτιδα (η οποία εκφράζεται κυρίως σαν ξηρός βήχας) και οισοφαγίτιδα (η οποία εκφράζεται με δυσκολία και πόνο στην κατάποση).
Οι παρενέργειες της ακτινοθεραπείας είναι πιο συχνές και μεγαλύτερου βαθμού όταν αυτή συνδυάζεται με ταυτόχρονη χημειοθεραπεία. Συνήθως, οι οξείες παρενέργειες της ακτινοθεραπείας θεραπεύονται σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά το τέλος της.