Η εξωτερική μορφολογία του μαστού περιλαμβάνει τη θηλή και τη θηλαία άλω. Η θηλή αποτελεί καστανέρυθρο έπαρμα του δέρματος του μαστού που βρίσκεται λίγο πιο κάτω και έξω από το μέσο του μαστού. Στην κορυφή της υπάρχουν 15-20 στόμια όπου καταλήγουν οι γαλακτοφόροι πόροι. Η θηλαία άλωςαποτελεί υποστρόγγυλη και ελαφρά επηρμένη περιοχή γύρω από την θηλή.
Εσωτερικά ο μαστός αποτελείται από τον μαζικό αδένα και από λίπος. Ο μαστικός αδένας βρίσκεται πίσω από την θηλαία άλω και αποτελείται από τους λοβούς όπου παράγεται το γάλα και τους γαλακτοφόρους πόρους που μεταφέρουν το γάλα στους γαλακτοφόρους κόλπους και από εκεί στη θηλή. Η λεμφική παροχέτευση του μαστού γίνεται στουςμασχαλιαίους και από εκεί στους υπερκλείδιουςλεμφαδένες.
Ανάπτυξη του καρκίνου του μαστού Ο καρκίνος του μαστού μπορεί να ξεκινήσει από τα κύτταρα των γαλακτοφόρων πόρων (πορογενές καρκίνωμα) ή των λοβίων (λοβιακό καρκίνωμα). Στα γονίδια των κυττάρων αυτών δημιουργούνται μεταλλάξεις που έχουν σαν αποτέλεσμα τα κύτταρα να πολλαπλασιάζονται με γρηγορότερο ρυθμό. Στην αρχή μπορεί να εμφανιστούν περιοχές με προκαρκινικές αλλοιώσεις (πορογενής ή λοβιακός μη διηθητικός καρκίνος μαστού) οι οποίες μπορεί να είναι εμφανείς στην μαστογραφία ως αποτιτανώσεις. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι αλλοιώσεις αυτές μπορεί να εξαλλαχθούν σε καρκίνο. Τότε αποκτούν την ικανότητα να δημιουργούν νέα αγγεία τα οποία τρέφουν τον όγκο. Ο όγκος μεγαλώνει και σε κάποιο σημείο της εξέλιξης του τα καρκινικά κύτταρα που τον αποτελούν μπορεί να αποκτήσουν την ικανότητα να διαφεύγουν από την πρωτοπαθή εστία και να μεταναστεύουν είτε στους λεμφαδένες είτε σε άλλα όργανα του σώματος (μεταστάσεις).
Επιδημιολογικά Στοιχεία Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί μία από τις συχνότερα εμφανιζόμενες μορφές καρκίνου παγκοσμίως και είναι η πρώτη σε αριθμό κρουσμάτων στο γυναικείο πληθυσμό. Στην Ελλάδα αναφέρονται 4.500 περίπου νέες περιπτώσεις το χρόνο, ενώ υπολογίζεται ότι 1 στις 8 γυναίκες παγκοσμίως θα παρουσιάσει καρκίνο μαστού σε κάποια φάση της ζωής της. Στην Ευρώπη, το 60% των κρουσμάτων καρκίνου του μαστού διαγιγνώσκεται σε πρώιμο στάδιο. Παρατηρείται εξαιρετικά σπάνια στους άνδρες, με περίπου 100 φορές μικρότερη συχνότητα συγκριτικά με τις γυναίκες και τα ίδια ποσοστά επιβίωσης. Ωστόσο, τα ποσοστά θανάτου από καρκίνο του μαστού χαρακτηρίζονται από πτωτική τάση, η οποία αποδίδεται στην έγκαιρη διάγνωση μέσω μαστογραφιών καθώς και στις βελτιώσεις που έχουν επέλθει στις σχετικές θεραπευτικές αγωγές.
Αιτιολογικοί παράγοντες Παρακάτω αναφέρονται παράγοντες που, άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο, έχουν συσχετιστεί με άυξηση των πιθανοτήτων εμφάνισης καρκίνου του μαστού: Κληρονομικότητα: Υπολογίζεται ότι μόλις το 5 - 10% των κρουσμάτων καρκίνου του μαστού σχετίζεται όντως με παράγοντες κληρονομικότητας. Ωστόσο, δύο γονίδια, γνωστά ως BRCA 1 και BRCA 2, όταν είναι μεταλλαγμένα οδηγούν 8 στις 10 γυναίκες που τα φέρουν σε ανάπτυξη καρκίνου του μαστού (ή/ και των ωοθηκών). Επίσης, γυναίκες με εξ αίματος συγγενείς που έχουν νοσήσει (ιδιαίτερα σε μικρή ηλικία) αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στο μαστό. Ηλικία: Τα ποσοστά καρκίνου του μαστού αυξάνονται όσο αυξάνεται η ηλικία. Οι περισσότερες περιπτώσεις παρουσιάζονται μετά από την ηλικία των 50 ετών, ενώ είναι σπάνιος σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 35 ετών (5% των περιπτώσεων), με εξαίρεση τις γυναίκες που έχουν κληρονομική προδιάθεση.
Διαταραχές της έμμηνου ρύσης: Γυναίκες με πρώιμη έναρξη της εμμήνου ρύσης ή με καθυστερημένη εμμηνόπαυση αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στο μαστό.
Ιστορικό Καρκίνου: γυναίκες που έχουν εμφανίσει προηγουμένως καρκίνο των ωοθηκών ή του μαστού έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν έναν 2ο καρκίνο στο μαστό.
Ατεκνία Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης: προσφέρει ανακούφιση από τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, ωστόσο, η μακροχρόνια χρήση της μετά την εμμηνόπαυση αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.
Κάπνισμα: Φαίνεται ότι το κάπνισμα σχετίζεται με αύξηση του σχετικού κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Συμπτώματα & Διάγνωση Τα κυριώτερα συμπτώματα από τον καρκίνο του μαστού είναι τα εξής:
Εξόγκωμα ή σκλήρυνση στην περιοχή του μαστού ή και όπως μασχάλης
Διόγκωση λεμφαδένων όπως μασχάλης
Έκκριση υγρού ή αίματος από τη θηλή
Eισολκή δέρματος δηλαδή έλξη του δέρματος ή όπως θηλής όπως το εσωτερικό του μαστού
Ερυθρότητα, ευαισθησία ή πόνοι στο στήθος
Σε αρχικό στάδιο ο καρκίνος του μαστού δεν παρουσιάζει συμπτώματα. Αργότερα μπορεί να εμφανιστεί ψηλαφητό μόρφωμα, αλλαγή του χρώματος του δέρματος, εισολκή ή έκκριμα.
Αν η γυναίκα δεν δώσει σημασία στα προαναφερθέντα συμπτώματα τότε μπορεί να εμφανίσει σημάδια προχωρημένης νόσου, όπως θερμό και ερυθρό μαστό (φλεγμονώδης καρκίνος), πόνους στα οστά, μεγάλη διόγκωση.
Η διάγνωση του καρκίνου του μαστού σε πρώιμο στάδιο ή και σε προκαρκινικό στάδιο (μη διηθητικός καρκίνος μαστού) αυξάνεται όλο και περισσότερο λόγω της ευαισθητοποίησης των γυναικών όσον αφορά στον προληπτικό έλεγχο των μαστών με κλινική ψηλάφηση από ιατρό, μαστογραφία και υπερηχογράφημα, καθώς και με την αυτοψηλάφηση. Άπαξ και εντοπιστεί ένας ύποπτος όγκος, η διάγνωση γίνεται με λήψη υλικού από τον όγκο για μικροσκοπική εξέταση.
Υπάρχουν 4 διαγνωστικές μέθοδοι:
Κυτταρολογική εξέταση: γίνεται με μια λεπτή βελόνα (FNA - Fine Needle Aspiration) που προσαρμόζεται σε μια σύριγγα και επιτρέπει την αναρρόφηση κυττάρων από την ύποπτη περιοχή του μαστού.
Ιστολογική βιοψία: η βελόνα σε αυτή την περίπτωση είναι μεγαλύτερη, απαιτείται τοπική αναισθησία και τομή και το υλικό που μελετάται είναι τμήμα ιστού.
Στερεοτακτική βιοψία: η λήψη του ιστολογικού υλικού γίνεται υπό στερεοτακτική απεικονιστική καθοδήγηση.
Ανοιχτή χειρουργική βιοψία: η ταυτοποίηση της βλάβης γίνεται με ταχεία βιοψία κατά τη διάρκεια του χειρουργείου πριν την αφαίρεση του όγκου.
Προγνωστικοί παράγοντες Όπως σε όλους τους τύπους καρκίνου η πρόγνωση της νόσου σχετίζεται με το μέγεθος του όγκου, την παρουσία ή όχι μεταστάσεων στους λεμφαδένες (καθώς και τον αριθμό των διηθημένων λεμφαδένων) και την παρουσία ή όχι απομακρυσμένων μεταστάσεων. Επιπλέον, στον καρκίνο του μαστού παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο βιολογικά και μοριακά χαρακτηριστικά του όγκου, όπως: η παρουσία ορμονικών υποδοχέων, ο δείκτης κυτταρικού πολλαπλασιασμού, οι μεταλλάξεις σε συγκεκριμένα γονίδια κ.α. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά του όγκου σε συνδυασμό με την ηλικία της ασθενούς, καθορίζουν, εκτός από την πρόγνωση της νόσου, και το είδος της θεραπείας που πρέπει να ακολουθήσει μετά το χειρουργείο.
Θεραπεία / Ακτινοθεραπεία Η θεραπεία του καρκίνου του μαστού περιλαμβάνει τηχειρουργική αφαίρεση, την ακτινοθεραπεία και τη χημειοθεραπεία καθώς και το συνδυασμό των παραπάνω θεραπειών. Ακτινοθεραπεία Μία δέσμη ακτινοβολίας Χ υψηλής ενέργειας κατευθύνεται στην πάσχουσα περιοχή από ένα ειδικό μηχάνημα που ονομάζεται γραμμικός επιταχυντής. Η ακτινοθεραπεία είναι μια τοπική θεραπεία η οποία γίνετε στο μαστό μετά από ογκεκτομή ή στο θωρακικό τοίχωμα μετά από μαστεκτομή. Ορισμένες φορές μπορεί να περιλαμβάνει λεμφαδένες της περιοχής που βρίσκεται κοντά στην κλείδα ή τη μασχάλη. Η ακτινοθεραπεία ενδείκνυται πάντοτε στην αντιμετώπιση διηθητικού καρκίνου του μαστού (αλλά και στις περισσότερες περιπτώσεις μη διηθητικού καρκίνου του μαστού) μετά από χειρουργείο ογκεκτομής με διατήρηση του πάσχοντος μαστού. Συγκεκριμένα, η χρήση της ακτινοβολίας κατέστησε δυνατό το συντηρητικό χειρουργείο του μαστού, επιτρέποντας τα ίδια ποσοστά επιτυχίας με τη μαστεκτομή .
Όσον αφορά στις περιπτώσεις που ο όγκος έχει αντιμετωπιστεί με μαστεκτομή, η ακτινοθεραπεία έχει συγκεκριμένες ενδείξεις που σχετίζονται με την ύπαρξη διηθημένων μασχαλιαίων λεμφαδένων, το μέγεθος του όγκου κ.α. και στις περιπτώσεις αυτές έχει φανεί ότι αυξάνει τόσο τον τοπικό έλεγχο της νόσου, όσο και τη συνολική επιβίωση των ασθενών. Η τρισδιάστατη σύμμορφος ακτινοθεραπεία (Three Dimensional Conformal Radiotherapy – 3D-CRT) είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη τεχνική εξωτερικής ακτινοθεραπείας, ενώ η ακτινοθεραπεία διαμορφούμενης έντασης (Intensity Modulated Radiotherapy – IMRT), μια βελτιωμένη εκδοχή της 3D-CRT που επικεντρώνει τη δόση στο στόχο αποφεύγοντας καλύτερα τους φυσιολογικούς ιστούς, κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια. Η εφαρμογή της IMRT έκανε απαραίτητη τη χρησιμοποίηση ολοένα πιο σύγχρονων και μεγαλύτερης ακρίβειας συστημάτων απεικόνισης του ακτινοβολούμενου στόχου πριν από την εκάστοτε συνεδρία ακτινοθεραπείας (Ακτινοθεραπεία υπό απεικονιστική καθοδήγηση – Image Guided Radiotherapy – IGRT).
Είναι σημαντικό η λήψη της θεραπευτικής απόφασης να λαμβάνεται μετά από ενημέρωση της ασθενούς για τις θεραπευτικές επιλογές και τις πιθανές επιπλοκές ή τοξικότητες που τις συνοδεύουν. Για παράδειγμα, η χρήση IMRT τεχνικής θα είχε μεγαλύτερο όφελος σε μια νέα γυναίκα με όγκο του αριστερού μαστού, οπότε θα είχε σαν αποτέλεσμα την καλύτερη προστασία της καρδιάς (που βρίσκεται όπισθεν του αριστερού μαστού) από την ακτινοβολία και τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου στο μέλλον. Παρόλα αυτά, οι πιο καλά μελετημένες παρενέργειες είναι η δερματίτιδα και η ίνωση του ακτινοβολημένου μαστού όπου έχουν αποδειχθεί τα καλύτερα αισθητικά αποτελέσματα της IMRT έναντι της κλασσικής ακτινοθεραπείας
Παρενέργειες από την ακτινοθεραπεία Δερματική αντίδραση: Κατά τη διάρκεια της ακτινοθεραπείας, το δέρμα και οι τρίχες της περιοχής που ακτινοβολείται θα υποστούν αλλαγές. Αυτό είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο. Μετά από 2 – 3 εβδομάδες, το δέρμα σας θα πάρει το χρώμα που παίρνει το δέρμα όταν μαυρίζουμε από τον ήλιο. Καθώς προχωράει η θεραπεία, μπορεί να γίνει ανοιχτό κόκκινο ή πολύ σκούρο. Επίσης, μπορεί να το νοιώθετε ξηρό, να ξεφλουδίσει και να έχετε φαγούρα.
Ορισμένες φορές η περιοχή της θηλής μπορεί να παρουσιάσει ήπια ευαισθησία. Η δερματίτιδα θα περάσει σταδιακά, συνήθως σε 3 – 4 εβδομάδες μετά το πέρας της ακτινοθεραπείας.
Δυσφορία και οίδημα μαστού: Οι περισσότερες γυναίκες παρουσιάζουν ευαισθησία στο μαστό τους, ιδιαίτερα στη θηλή, όταν αρχίσουν οι μεταβολές του δέρματος. Επιπλέον, ορισμένες εμφανίζουν κάποιου βαθμού οίδημα του μαστού. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδέχεται να αισθάνεστε τσιμπήματα και το στήθος σας βαρύ και πρησμένο.
Αν έχετε κάνει λεμφαδενικό καθαρισμό στη μασχάλη δεν αποκλείεται να έχετε δυσκαμψία του αντίστοιχου ώμου ήδη μετά το χειρουργείο. Σε αυτή την περίπτωση η δυσκαμψία μπορεί να επιδεινωθεί με την ακτινοθεραπεία, ιδιαίτερα αν ακτινοβολείται η περιοχή της μασχάλης και της κλείδας. Κόπωση: Κάποιες γυναίκες εμφανίζουν κόπωση μετά από 2 – 3 εβδομάδες θεραπείας.
Συνήθως η κόπωση περιγράφεται ως κούραση, έλλειψη ενέργειας, αδυναμία και δυσκολία συγκέντρωσης. Αυτά τα συμπτώματα περνάνε σταδιακά μετά το πέρας της θεραπείας.