Η άρνηση υποβολής σε εξέταση DNA προκειμένου να διαπιστωθεί η πατρότητα ή μη παιδιού, αυτόματα τεκμαίρει την πατρότητα του ανήλικου και η σχετική νομοθετική πρόβλεψη είναι συνταγματική, αποφάνθηκε ο Άρειος Πάγος, δικαιώνοντας μητέρα που ζητούσε από τον πρώην σύντροφό της να αναγνωρίσει τον καρπό της σχέσης τους. Η άρνηση αναγνώρισης του παιδιού από την πλευρά του φερόμενου ως πατέρα οδήγησε την υπόθεση στα δικαστήρια.
Με πρωτοδικαστική απόφαση διατάχθηκε η διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης με τη μέθοδο του "υβριδισμού DNA" και ορίστηκε για το σκοπό αυτό πραγματογνώμων μοριακή βιολόγος. Η τελευταία, το πρώτο εξάμηνο του 2008, κάλεσε το φερόμενο πατέρα σε συγκεκριμένη ημερομηνία για αιμοληψία, αλλά εκείνος δεν εμφανίστηκε.
Η πρόσκληση επαναλήφθηκε για δεύτερη φορά, χωρίς όμως και πάλι να υπάρχει ανταπόκριση. Στην αρεοπαγιτική απόφαση (908/2011) υπογραμμίζεται ότι η μη προσέλευση του φερόμενου ως πατέρα στην πραγματογνώμονα μοριακή βιολόγο "παρά την εμπρόθεσμη κλήτευσή του, ισοδυναμεί με αδικαιολόγητη άρνηση, με συνέπεια να λογίζεται ότι έχουν αποδειχθεί οι ισχυρισμοί της μητέρας, όχι για την πατρότητα, αλλά για την ύπαρξη στο αίμα του, στοιχείων, τα οποία καθιστούν, κατά την επιστήμη, πιθανή ή σφόδρα πιθανή την πατρότητά του".
Οι δικαστές έκαναν χρήση του άρθρου 651 παράγραφος 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αναφέρει: "Όταν ένας διάδικος, χωρίς να έχει ειδικούς λόγους υγείας, αρνείται να υποβληθεί στις πρόσφορες ιατρικές εξετάσεις με γενικά αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους, που του επιβλήθηκαν από το δικαστήριο ως αναγκαίο αποδεικτικό μέσο για τη διαπίστωση της πατρότητας ή της μητρότητας, οι ισχυρισμοί του αντιδίκου του λογίζεται ότι έχουν αποδειχθεί".
Τέλος, οι αρεοπαγίτες έκριναν ότι η επίμαχη διάταξη του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είναι συνταγματική και απέρριψαν τον ισχυρισμό του πατέρα, πλέον, ότι παραβιάζει το άρθρο 20 του Συντάγματος περί δικαστικής προστασίας.