Ο όρος «διατήρηση» αναφέρεται σε εμμένουσα ανίχνευση της μόλυνσης παρά σε πραγματική ιική διατήρηση. Η έλλειψη γενικής συναίνεσης ως προς το τι συνιστά εμμένουσα μόλυνση δυσχεραίνει τη σύγκριση αποτελεσμάτων μεταξύ των μελετών. Για παράδειγμα, υποστηρίζεται ότι εμμένουσα μόλυνση είναι η ύπαρξη θετικού HPV-Test σε δύο διαδοχικές επισκέψεις με χρονική απόσταση 6 μήνες ή 1 χρόνο.1
Επανενεργοποίηση του ιού HPV ή επαναμόλυνση;
Κατά πόσον το DNA του HPV παραμένει σε μια λανθάνουσα κατάσταση στο επιθήλιο σε άτομα με επαρκή ανοσολογική άμυνα, μετά από επιτυχή θεραπεία, παραμένει άλυτο. Παρ’ όλα αυτά, το γεγονός ότι το DNA του HPV δεν ανιχνεύεται στην πλειονότητα των τραχηλικών μολύνσεων, ακόμα και από εξαιρετικής ευαισθησίας τεχνικές PCR, σημαίνει ότι η ολική εκκαθάριση του ιού είναι πιθανή2. Παρότι το ενδεχόμενο ο ιός HPV να παραμένει στο σώμα δεν μπορεί να αποκλειστεί, είναι εξίσου πιθανό ο ιός (που ανιχνεύεται στο σώμα ξανά μετά από θεραπεία) να προέρχεται από νέα μόλυνση (επαναμόλυνση). Υπάρχει όμως η τάση να αποσιωπείται η πιθανότητα της επαναμόλυνσης, μάλλον για λόγους κοινωνικούς.
Μεταξύ γυναικών άνω των 40, στις οποίες ανιχνεύθηκε ξανά HPV μόλυνση, παρατηρήθηκε ότι αυξημένο κίνδυνο για κάτι τέτοιο είχαν εκείνες που είχαν δηλώσει ότι προσφάτως απέκτησαν νέους ερωτικούς συντρόφους3, κάτι που υποστηρίζει την υπόθεση της νέας μόλυνσης. Το ίδιο έχει διαφανεί και σε άλλες μελέτες που επίσης εμπλέκουν γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας4, αυτές δηλαδή για τις οποίες είθισται να επικρατεί η θεωρία ότι παραμένουν φορείς αδρανούς ιού από το παρελθόν τους, ο οποίος και επανενεργοποιείται.
Μάλιστα, σε άλλη έρευνα στην οποία συμμετείχαν γυναίκες διαφόρων ηλικιών χωρίς απόκτηση νέων ερωτικών συντρόφων, τα επίπεδα επανεμφάνισης του ιού ήταν χαμηλά5. Στην έρευνα αυτή, οι λίγες επανεμφανίσεις του ιού, που παρατηρήθηκαν στις γυναίκες αυτές, ναι μεν θα μπορούσαν να αποδοθούν σε επανενεργοποίηση του ανενεργού ιού, ίσως όμως και πάλι να οφείλονταν σε νέες, σεξουαλικώς μεταδιδόμενες μολύνσεις από τον υπάρχοντα σύντροφό τους, που οι κοινωνικοί κανόνες επιβάλλουν να αποσιωπηθούν.
Τι έχει δείξει η κλινική εμπειρία μας
Τις έρευνες αυτές επιβεβαιώνει και η πολύχρονη κλινική εμπειρία μας. Εφόσον γίνεται λεπτομερειακή θεραπεία και παρακολούθηση για ικανό χρονικό διάστημα, σε ζευγάρια μονογαμικά, οι επανεμφανίσεις είναι εξαιρετικά σπάνιες στη διαδρομή πολλών ετών. Αντιθέτως, στις περιπτώσεις που υπάρχουν συνευρέσεις με νέες ή νέους ερωτικούς συντρόφους, οι επανεμφανίσεις είναι συνήθεις.
Πολλά θα μπορούσαν να γραφούν αλλά εφόσον δεν υπάρχει κατηγορηματική απόδειξη για την παραμονή του ιού στο ανθρώπινο σώμα, αυτά δεν θα πρέπει να προβάλλονται ως δεδομένα.
Τι είναι ο HPV;
Ο HPV (ακρωνύμιο από τα αγγλικά Human Papilloma Virus) που μεταφράζεται στα ελληνικά ως ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων είναι ιός που προσβάλει τον άνθρωπο.
HPV και κλινική σημασία
Διαφορετικά στελέχη, ή όπως ονομάζονται αλλιώς τύποι, του ιού ομαδοποιούνται, με κριτήριο τη μεταξύ τους συγγένεια και συχνά έχουν και όμοιες κλινικές εκδηλώσεις.
Συγκεκριμένα, μία ομάδα περίπου 40 στελεχών HPV προσβάλλουν τα επιθήλια των βλεννογόνων της περιοχής των γεννητικών οργάνων, του πρωκτού και του στόματος. Αυτοί διακρίνονται περαιτέρω σε ιούς υψηλού και χαμηλού κινδύνου ανάλογα με την πιθανότητα που έχουν να προκαλέσουν καρκίνο. Οι πρώτοι είναι καρκινογόνοι και προκαλούν τους καρκίνους του τραχήλου της μήτρας , του πέους, του αιδοίου, του πρωκτού και του στοματοφάρυγγα. Οι δεύτεροι θεωρείται απίθανο να προκαλέσουν καρκίνο, είναι όμως υπεύθυνοι για τα οξυτενή κονδυλώματα, δηλαδή καλοήθη εξογκώματα της γεννητικής περιοχής και αυτής του πρωκτού. Σπανιότερα, μπορούν να προκαλέσουν λαρυγγική θηλωμάτωση σε νεογέννητα, εάν μεταδοθούν από μητέρα με κονδυλώματα στο βρέφος. Οι επικρατέστεροι από αυτούς τους ιούς χαμηλού κινδύνου είναι οι HPV6 και HP11 που ενοχοποιούνται για περισσότερο από το 95% των κονδυλωμάτων.
Άλλοι ιοί HPV, που συχνά αποκαλούνται δερματικοί επειδή προσβάλλουν το επιθήλιο του δέρματος, προκαλούν τις γνωστές μυρμηγκιές ή μυρμηκίες, δηλαδή καλοήθη εξογκώματα ή επίπεδα ερυθρά εξανθήματα του δέρματος καθώς και τη σπανιότερη πάθηση ακροχορδονοειδή επιδερμοδυσπλασία, που είναι γνωστότερη ως η ασθένεια του ανθρώπου-δέντρου.
Μετάδοση του HPV και κονδυλώματα
Βασική προϋπόθεση για τη μετάδοση του ιού HPV στον άνθρωπο είναι ο ιός να έρθει σε επαφή με το επιθήλιο το οποίο μπορεί να προσβάλλει. Για να προσβάλλει όμως ο ιός τον οργανισμό θα πρέπει να έρθει σε επαφή όχι με οποιοδήποτε αλλά με το βαθύτερο από τα στρώματα επιθηλίου που αποτελούν την επιδερμίδα. Γι’ αυτό και ο ιός μεταδίδεται κυρίως όταν υπάρχουν μικροτραυματισμοί και σχάση της επιδερμίδας ή μικροτραυματισμοί των βλεννογόνων όπως συμβαίνει κατά τη σεξουαλική επαφή.
Ο βασικότερος τρόπος μετάδοσης των καρκινογόνων τύπων του ιού καθώς και αυτών που προκαλούν τα κονδυλώματα είναι μέσω των διαφόρων μορφών σεξουαλικής δραστηριότητας. Η τριβή με μολυσμένα αντικείμενα όπως sex toys, σεντόνια κλπ καθιστά επίσης δυνατή την ιική μετάδοση ενώ συχνή είναι και η μετέπειτα μετάδοση από προσβεβλημένη περιοχή του σώματος σε άλλες γειτονικές περιοχές του.
Στην περίπτωση μάλιστα της ύπαρξης βλαβών, όπως είναι τα κονδυλώματα, η μόλυνση από περιοχή σε περιοχή είναι πολύ συχνή, ειδικά αν ο ασθενής δεν έχει λάβει τις απαραίτητες ιατρικές συμβουλές σωστής καθημερινής φροντίδας (π.χ. αποφυγή ξυρίσματος της γεννητικής περιοχής). Συχνή είναι και η διαρκής επαναμόλυνση μεταξύ ερωτικών συντρόφων εάν δεν υπάρξει λεπτομερειακή εξέταση για ανίχνευση και θεραπεία πιθανών βλαβών και στους δύο.
Ανίχνευση του HPV
Ο ιός HPV δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε συμβατικές καλλιέργειες κυττάρων στο εργαστήριο όπως γίνεται στην περίπτωση μικροβίων. Επίσης, η ανίχνευση αντισωμάτων κατά του ιού για διαγνωστικούς σκοπούς δεν είναι δυνατόν να γίνεται στην καθ’ ημέραν κλινική πράξη. Επομένως, η εξέταση για να διαγνωσθεί η ύπαρξη του HPV βασίζεται στην ανίχνευση της ύπαρξης του γενετικού υλικού (DNA) του ιού στα δείγματα των εξεταζομένων. Αυτή γίνεται είτε με το HPV test είτε με την τυποποίηση του HPV που γίνονται με λήψη υλικού από τον κόλπο, τον τράχηλο της μήτρας, την ουρήθρα ή τον πρωκτό. Όμως, για τη διεξαγωγή αυτών των εξετάσεων δεν μπορεί να ληφθεί δείγμα από το δέρμα λόγω της κεράτινης στιβάδας του, ενώ αυτό μπορεί να γίνει με τη λήψη βιοψίας από βλάβες κονδυλωμάτων.
Πρόληψη κατά της μόλυνσης με τον ιό
Γνωρίζοντας τους τρόπους μετάδοσης του ιού γίνεται αντιληπτό και πως μπορεί κανείς να προστατευθεί από μία πιθανή μόλυνση. Η αποφυγή ριψοκίνδυνης σεξουαλικής συμπεριφοράς με συχνή εναλλαγή συντρόφων καθώς και η χρήση προφυλακτικού κατά τη σεξουαλική επαφή μπορούν να μειώσουν, αν και όχι να εξαλείψουν, τον κίνδυνο μόλυνσης.
Εξέταση για τον HPV και πρόληψη καρκίνου
Η ανίχνευση του ιού πάντως δε σημαίνει απαραιτήτως ασθένεια. Το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού θα μολυνθεί κάποια στιγμή στη ζωή του από κάποιο ή κάποια από τα στελέχη του HPV. Πολλοί είτε δε θα εκδηλώσουν κανένα σύμπτωμα είτε οι βλάβες που θα παρουσιάσουν θα υποχωρήσουν αυθόρμητα. Ωστόσο, η ανίχνευση του HPV έχει ολοένα αυξανόμενη σημασία στην έγκαιρη πρόληψη σχετιζόμενων παθήσεων όπως ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας. Στην περίπτωση αυτή, σε πολλά εθνικά συστήματα υγείας, η διενέργεια HPV test και τυποποίησης του HPV για την ανίχνευση του ιού τείνουν να γίνουν το ίδιο σημαντικές με το Pap test, με τη συχνότητα μάλιστα που προτείνεται για αυτές τις εξετάσεις να είναι ακόμη μεγαλύτερη. Αυτό συμβαίνει γιατί το Pap test ανιχνεύει μονάχα αν ο ιός HPV έχει προκαλέσει ήδη κυτταρική δυσπλασία. Επομένως δεν είναι αρκετό γιατί δεν δείχνει εγκαίρως τη μόλυνση HPV, πριν δηλαδή αυτή προκαλέσει κάποια βλάβη. Αυτό μπορεί να το δείξει εγκαίρως το HPV test, που είναι μία εξειδικευμένη εξέταση για την ύπαρξη στελεχών του HPV και γίνεται όταν υπάρχει η υποψία μόλυνσης από τον ιό. Έτσι, προσδιορίζεται αν υπάρχει στον τράχηλο της μήτρας DNA από στελέχη του ιού HPV. Μάλιστα, αν το HPV test πραγματοποιηθεί με τη μέθοδο PCR (τυποποίηση HPV), μπορεί να εντοπίσει ακριβώς το στέλεχος του ιού από το οποίο έχει προσβληθεί το άτομο. Ανίχνευση του DNA του ιού, με τη χρήση των δύο παραπάνω μεθόδων, πρέπει να διενεργείται για προληπτικούς λόγους και στην περιοχή του πρωκτού, σε άνδρες και γυναίκες, καθώς ο ιός HPV ενοχοποιείται και για την πλειοψηφία των περιστατικών καρκίνου του πρωκτού. Σημαντικό είναι να γίνεται έλεγχος και στην ουρήθρα του άνδρα καθώς ο ιός έχει συσχετιστεί και με καρκίνο της ουρήθρας.
Η σημασία της καταπολέμησης των κονδυλωμάτων για την πρόληψη άλλων βλαβών
Αν και τα κονδυλώματα οφείλονται σε στελέχη του ιού HPV χαμηλού κινδύνου, στην ίδια βλάβη μπορεί να συνυπάρχουν και στελέχη υψηλού κινδύνου (δηλαδή καρκινογόνα). Επομένως, εάν δεν υπάρξει επιμελής ανίχνευση ακόμα και των βλαβών που δε φαίνονται με γυμνό μάτι και λεπτομερειακή θεραπεία των κονδυλωμάτων, υπάρχει πιθανότητα ο ιός να μεταφερθεί από τα εξωτερικά στα εσωτερικά γεννητικά όργανα απειλώντας με ανάπτυξη κυτταρικών δυσπλασιών και καρκίνου. Αντίθετα, στις περιπτώσεις που το ιικό φορτίο ελαχιστοποιείται με λεπτομερειακή θεραπεία και συστηματική παρακολούθηση για ικανό χρονικό διάστημα, τότε ακόμα και ένα μέτριο ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να υπερνικήσει τον ιό.
Γενικότερα, όταν υφίστανται βλάβες πλησίον του πρωκτού, της ουρήθρας ή του αιδοίου, τότε πρέπει να διενεργείται πρωκτοσκόπηση, ουρηθροσκόπηση ή κολποσκόπηση αντίστοιχα για λόγους προληπτικούς.
Bιβλιογραφία
Holmes, King K., et al. “Genital Human Papillomavirus Infection.” Sexually Transmitted Diseases. 4th ed. McGraw-Hill Education, 2007.495
Goldsmith, Lowell A., et al. “Human Papilloma Virus Infections.” Fitzpatrick’s Dermatology in General Medicine. 8th ed. McGraw-Hill Professional Publishing, 2012.2424
Trottier, Helen, et al. “Human papillomavirus infection and reinfection in adult women: the role of sexual activity and natural immunity.” Cancer research 70.21 (2010): 8569-8577.
Muñoz, Nubia, et al. “Incidence, duration, and determinants of cervical human papillomavirus infection in a cohort of Colombian women with normal cytological results.” Journal of Infectious Diseases 190.12 (2004): 2077-2087.
Rodríguez, Ana Cecilia, et al. “Low risk of type‐specific carcinogenic HPV re‐appearance with subsequent cervical intraepithelial neoplasia grade 2/3.” International journal of cancer 131.8 (2012): 1874-1881.