Tα αντισώματα αντι- TPO είναι αντισώματα εναντίον ενός συγκεκριμένου ενζύμου του θυρεοειδούς αδένα. Τα ένζυμα είναι μόρια υπεύθυνα για την κατάλυση χημικών διεργασιών στο σώμα. Τα αντισώματα αντι – ΤΡΟ ή αλλιώς αντιμικροσωμιακά αντισώματα ή αντισώματα κατά της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης ή ΜΑΚ αναπτύσσονται και κατευθύνονται συγκεκριμένα κατά του ενζύμου θυρεοειδική υπεροξειδάση. Η υπεροξειδάση του θυρεοειδούς είναι ένα ένζυμο που παίζει σημαντικό ρόλο στη σύνθεση των ορμονών του θυρεοειδούς και εντοπίζεται στην κυτταρική μεμβράνη του κυττάρου του θυρεοειδούς.
Τα αντισώματα κατά θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (αντι- ΤΡΟ) είναι ανιχνεύσιμα περίπου στο 90% των ασθενών με χρόνια αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα (θυρεοειδίτιδα του Hashimoto) και πάνω από το 70% των ασθενών με ενεργό νόσο του Graves, δηλαδή αυτοάνοσο υπερθυρεοειδισμό. Ωστόσο, περίπου στο 30% των ατόμων, ο τίτλος των αντισωμάτων είναι μόνο οριακά ή ελαφρώς αυξημένος.
Επιπλέον, δεδομένου ότι περίπου 20 τοις εκατό των ασθενών με μη αυτοάνοσες διαταραχές του θυρεοειδούς (π.χ.οζώδη βρογχοκήλη, καρκίνο του θυρεοειδούς ή αυτονομία του θυρεοειδούς) εμφανίζουν επίσης ελαφρώς αυξημένα επίπεδα αντι – ΤΡΟ αντισωμάτων, η ειδικότητα είναι περιορισμένη: ο εντοπισμός θυρεοειδικών αντισωμάτων υπεροξειδάσης (ΤΡΟ) σε χαμηλούς τίτλους δεν είναι απαραίτητα ενδεικτικός της ύπαρξης μίας αυτοάνοσης θυρεοειδοπάθειας.
Χαμηλοί τίτλοι αντι – ΤΡΟ αντισωμάτων ανιχνεύονται περίπου στο 10 έως 20% του γενικού πληθυσμού, όπως σε γυναίκες ηλικίας 18-24 ετών σε ποσοστό 15% και σε γυναίκες ηλικίας 55-64 ετών σε ποσοστό 24%. Σαφώς θετικά ΤΡΟ αντισώματα υψηλότερα από 200 U / ml είναι ενδεικτικά για την ύπαρξη της αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας του Χασιμότο. Οι «φυσιολογικές» τιμές των αντισωμάτων μπορεί είναι διαφορετικές ανάλογα με το εργαστήριο και τη μέθοδο ανίχνευσης που χρησιμοποιείται
. Αν μετά από τα αντίστοιχα εργαστηριακά και υπερηχογραφικά ευρήματα τεθεί η υπόνοια για την ύπαρξη της θυρεοειδίτιδας του Hashimoto συχνά ακολουθεί ο προσδιορισμός των αντισωμάτων κατά της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης για να επιβεβαιώσει τη διάγνωση.
Σε περιπτώσεις που δεν είναι τόσο σαφείς ένας αυξημένος τίτλος αντισωμάτων αντι -ΤΡΟ μπορεί επίσης να συμβάλει στην διάγνωση. Σε ασθενείς με υποψία νόσου του Graves, στους οποίους δεν ανιχνεύονται αυξημένα αντισώματα κατά του υποδοχέα της TSH (TSH-R-Ab), ένας αυξημένος τίτλος αντισωμάτων κατά της υπεροξειδάσης αποτελεί σημαντική ένδειξη της αιτίας του υπερθυρεοειδισμού.
Σε ασθενείς με αυξημένους τίτλους αντισωμάτων κατά της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης, αλλά προς το παρόν φυσιολογικό μεταβολισμό του θυρεοειδούς αδένα (ευθυρεοειδισμός, μη αυξημένη TSH) συνιστάται να προσδιορίζεται η τιμή της TSH σε ετήσια βάση, καθώς αντιμετωπίζουν πιθανότητα 5% ετησίως για την ανάπτυξη υποθυρεοειδισμού. Λόγω της ιδιαίτερης σημασίας των ορμονών του θυρεοειδούς για την ανάπτυξη του εμβρύου, στις έγκυες γυναίκες με αυξημένα αντι-ΤΡΟ θα πρέπει να προσδιορίζεται τουλάχιστον μία φορά σε κάθε τρίμηνο της εγκυμοσύνης η τιμή της TSH.
Οι γυναίκες με αυτά τα θυρεοειδικά αυτοαντισώματα διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουνθυρεοειδίτιδα μετά τον τοκετό. Η συνύπαρξη δύο ή περισσότερων αυτοάνοσων νοσημάτων στον ίδιο ασθενή δεν παρατηρείται σπάνια. Ένα 50% των ασθενών με γνωστά αυτοάνοσα νοσήματα (ρευματοειδή αρθρίτιδα, σύνδρομο Sjögren, συστηματικό ερυθηματώδη λύκο) έχουν θετικά anti-TPO. Επίσης σε ασθενείς με νόσο Addison, ινσουλινοεξαρτώμενο σακχαρώδη διαβήτη (τύπου 1) και κακοήθη αναιμίαανευρίσκονται συχνά anti-TPO αντισώματα.
Η συνύπαρξη περισσότερων από ένα αυτοάνοσων νοσημάτων στο ίδιο άτομο και συγκεκριμένα της αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας Χασιμότο με μία άλλη αυτοάνοση νόσο ενδεχομένως να είναι ένας από τους λόγους της παραμονής αυξημένου τίτλου αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων ακόμη και μετά από μία θυρεοειδεκτομή.